ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΩΝ

Το μυθιστόρημα είναι κάτι που γεννιέται και διαμορφώνεται μέσα μας σιγά-σιγά. Είναι ένα είδος κύησης. Το έναυσμα μπορεί να είναι κάτι που διαβάσαμε, κάτι που ζήσαμε ή είδαμε, κάτι που ακούσαμε, μία φράση, ένας τίτλος, ακόμα και μία λέξη. Όσο μεγαλώνει αρχίζει να παίρνει πιο συγκεκριμένη μορφή. Ένα γεγονός εδώ, ένας χαρακτήρας εκεί, μια σκηνή παρακάτω. Ακόμα δεν γράφουμε. Το μυθιστόρημα βρίσκεται, θα λέγαμε, στο στάδιο του ονείρου. Όταν η περίοδος αυτή του ονείρου, ή της κύησης τελειώσει, το ξέρουμε. Τώρα είμαστε έτοιμοι να καθίσουμε και να καταγράψουμε κάποια πράγματα και κυρίως, να σκιαγραφήσουμε τους κυριότερους χαρακτήρες μας.

Σκιαγραφούμε τον καθένα από τους χαρακτήρες μας απαντώντας σε ερωτήσεις όπως:

Πώς τον λένε; Πόσο χρονών είναι; Πότε και πού γεννήθηκε; Πού ζει; Είναι παντρεμένος; Έχει παιδιά; Έχει δουλειά? Αν ναι, τι δουλειά; Ποια είναι τα χόμπι του; Ποια είναι η φιλοδοξία του; Ποιο είναι το καλύτερο χαρακτηριστικό του χαρακτήρα του; Ποιο είναι το χειρότερο; Τι του αρέσει περισσότερο; Τι αντιπαθεί περισσότερο; Πώς μιλάει; Πώς κινείται; Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος του; Τι μετανιώνει? Τι του αρέσει να πίνει; Που του αρέσει να πηγαίνει για διακοπές; Τι θα έκανε αν κέρδιζε ένα μεγάλο ποσό στο λόττο; Ποια μία λέξη συνοψίζει τον χαρακτήρα του; Πώς είναι η εμφάνισή του? Κ.λπ.

Είναι πιθανό να μην χρησιμοποιήσουμε όλες αυτές τις πληροφορίες στο μυθιστόρημα, όμως εμείς, ως συγγραφείς, θα πρέπει να ξέρουμε για τους χαρακτήρες μας τα πάντα και κυρίως για τον πρωταγωνιστή ή πρωταγωνίστριά μας. Ποιο είναι το παρελθόν του, ποια πράγματα σημάδεψαν τη ζωή του, τι είδους φίλους έχει; Όσο περισσότερα γνωρίζουμε, τόσο πιο ολοκληρωμένος θα είναι ο χαρακτήρας του και τόσο καλύτερα θα μπορέσουμε να τον εκφράσουμε και να τον ζωντανέψουμε στο χαρτί. Μία εξαιρετική ιδέα είναι να μελετάμε τους μεγάλους μυθιστοριογράφους όπως για παράδειγμα, τον Ντίκενς, τον Τολστόι τον Ντοστογιέφσκι, κ.λπ., και να προσέχουμε πώς αναπτύσσουν τους χαρακτήρες τους.

Αρχικά, κάνουμε μία λίστα με τις ερωτήσεις και γράφουμε δίπλα σε κάθε ερώτηση την απάντηση. Πρέπει να προσέξουμε να υπάρχει συνοχή, όχι μόνο στις ημερομηνίες και τα γεγονότα, αλλά και στις πράξεις και τρόπο έκφρασης του κάθε χαρακτήρα. Καλό είναι να μελετάμε ψυχολογία χαρακτήρων αλλά και τους ανθρώπους. Δεν θα πρέπει ποτέ να γράφουμε μέσα από τις προκαταλήψεις μας. Ο συγγραφέας πρέπει να είναι ανοιχτός και πρόθυμος να μάθει. Επίσης, ποτέ δεν γράφουμε για να εκδικηθούμε κάποιον γιατί θα φανεί, όσο κι αν προσπαθήσουμε να το κρύψουμε. Δεν πρέπει να υποτιμάμε τον αναγνώστη.

Αφού απαντήσουμε στις κύριες ερωτήσεις, θα πρέπει να εμβαθύνουμε απαντώντας σε ερωτήσεις που καθορίζουν την εξέλιξη της ιστορίας αλλά και του ίδιου του χαρακτήρα. Ας χρησιμοποιήσουμε λιγάκι την φαντασία μας κι ας προσποιηθούμε ότι ο χαρακτήρας μας κάθεται απέναντί σας και του παίρνουμε συνέντευξη.

  1. Γράφουμε μία πρόταση για την ιστορία του χαρακτήρα (τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον ίδιο ή /και την ζωή του.
  2. Ανακαλύπτουμε ποια είναι τα κίνητρά του (τι θέλει γενικά).
  3. Ανακαλύπτουμε ποιος είναι ο στόχος του (τι θέλεις συγκεκριμένα).
  4. Ανακαλύπτουμε τη σύγκρουση (τι ή ποιος είναι που τον εμποδίζει να το πετύχει).
  5. Ανακαλύπτουμε πώς διαφωτίζεται (τι θα μάθει και πώς θ’ αλλάξει).
  6. Τέλος, γράφουμε μία παράγραφο με την πλοκή της ιστορίας.

Μπορεί να χρειαστεί να πάμε πίσω και ν’ αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα στην κυρίως πλοκή του βιβλίου. Αυτό είναι καλό γιατί μας δείχνει ότι οι χαρακτήρες μας, μάς διδάσκουν κάποια πράγματα για την ιστορία. Ας μην ξεχνάμε ότι, ουσιαστικά, «Η ιστορία διαλέγει εμάς, κι όχι εμείς την ιστορία».

Δεν είναι απαραίτητο να είναι τέλειο. Ο στόχος του κάθε βήματος είναι να μας βοηθήσει να προχωρήσουμε στο επόμενο. Μπορούμε πάντα να γυρίσουμε πίσω αργότερα, όταν θα έχουμε καταλάβει την ιστορία μας καλύτερα. Θα το κάνουμε έτσι κι αλλιώς. Πολλοί συγγραφείς ξαναγράφουν το βιβλίο τους μέχρι και οχτώ φορές!

Οι απαντήσεις στην πρώτη και τελευταία ερώτηση θα πρέπει να είναι συγκεκριμένες, όπως και στις επόμενες. Για παράδειγμα, «Πιστεύοντας ότι η ευτυχία που αναζητά βρίσκεται στο γάμο, μια νεαρή κοπέλα παντρεύεται χωρίς πολύ σκέψη, μόνο για ν’ ανακαλύψει ότι ο γάμος, όχι μόνο δεν προσφέρει ευτυχία, αλλά μπορεί να γίνει η χειρότερη φυλακή κακοποίησης….», κ.λπ. Καλό είναι να προσπαθούμε η πρόταση να μην ξεπερνάει τις 30 λέξεις ή και πολύ λιγότερες. Σ’ αυτή την πρόταση θα πρέπει να βρίσκεται ολόκληρη η πλοκή του βιβλίου, η οποία σχετίζεται με την πρωταγωνίστρια ή πρωταγωνιστή. Όταν ο αναγνώστης διαβάσει μια τέτοια πρόταση στο οπισθόφυλλο, θα ξέρει περί τίνος πρόκειται κι αν τον ενδιαφέρει να διαβάσει το βιβλίο.

Αυτή η πρόταση –η πλοκή— συνδέεται άμεσα με την τελευταία –δηλαδή, με το τι μαθαίνει ο χαρακτήρας μας και πώς αλλάζει. Στην προκειμένη περίπτωση, ο χαρακτήρας του παραδείγματος, ένα από τα πράγματα που πιθανόν μαθαίνει, είναι ότι η ευτυχία δεν είναι κάτι εκεί έξω που πρέπει να το κυνηγήσεις, αλλά είναι κάτι που προκύπτει. Για παράδειγμα, όταν ζωγραφίζω είμαι ευτυχισμένη, αλλά δεν ζωγραφίζω επειδή κυνηγάω την ευτυχία, η ευτυχία προκύπτει επειδή κάνω κάτι που εκπληρώνει κάποια βαθιά, εσωτερική μου ανάγκη.

Η πλοκή λοιπόν συνδέεται άμεσα με το τι θα μάθουν. Όταν για παράδειγμα λέω ότι η πρωταγωνίστριά μου θα μάθει να είναι πιο διαλλακτική και να συγχωρεί, σημαίνει ότι στην αρχή της ιστορίας δεν ήταν ούτε διαλλακτική ούτε συγχωρητική. Αυτό έχει μεγάλη σημασία γιατί καθορίζει την εξέλιξη κάθε σκηνής του βιβλίου και τις αντιδράσεις της ηρωίδας σ’ αυτούς που την πληγώνουν, ή της αντιστέκονται ή δεν την καταλαβαίνουν.

Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα είναι σημαντικές επίσης και για τους κύριους χαρακτήρες, των ανθρώπων εκείνων που είτε βρίσκονται σε σύγκρουση με την πρωταγωνίστρια (ή πρωταγωνιστές) είτε είναι με το μέρος της. Η σύγκρουση, φυσικά, μπορεί να είναι και εσωτερική. Βασικά ερχόμαστε σε σύγκρουση με τρία στοιχεία: τον εαυτό μας, κάποιον άλλον, ή τη φύση (φυσικά φαινόμενα). Όμως από τις απαντήσεις που θα δώσουμε για τους χαρακτήρες αυτούς καθορίζεται και η συμπεριφορά τους απέναντι στην πρωταγωνίστρια ή πρωταγωνιστές μας.

Βασικά, οι απαντήσεις σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα αποτελούν ένα είδος πυξίδας που θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε την εξέλιξη του βιβλίου. Αργότερα θ’ απαντήσουμε και σε άλλα ζωτικά ερωτήματα για τους χαρακτήρες μας, όπως για παράδειγμα, η κοσμοθεωρία τους. Το πώς κάποιος βλέπει τον κόσμο είναι σημαντικό –αλλιώς, για παράδειγμα, τον βλέπει ένας μαρξιστής κι αλλιώς ένας θρησκευόμενος. Το ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν καν συνειδητοποιήσει ότι έχουν άποψη είναι κι αυτό σημαντικό. Μπορεί να μην έχουν δική τους άποψη και να θέλουν να πιστεύουν ό,τι πιστεύουν όλοι οι άλλοι (γνωρίζοντας ότι οι άνθρωποι μισούν το διαφορετικό), αλλά κι αυτό ακόμα έχει όνομα, λέγεται κομφορμισμός. Από πού, λοιπόν, προέρχεται κάποιος, ιδεολογικά, προσδιορίζει τη σχέση του με τους άλλους και κυρίως με τον πρωταγωνιστή. Γιατί, ας πούμε, ένας άντρας κακοποιεί; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα έχει πολλές πλευρές. Έχει να κάνει με την ιδεολογία του; Έχει να κάνει με τον τρόπο και τον κοινωνικό περίγυρο στον οποίο μεγάλωσε; Ο αναγνώστης μας μπορεί να μη μάθει ποτέ τους λόγους, εμείς όμως, ως συγγραφείς, πρέπει να ξέρουμε. Εννοείται, βέβαια, ότι θα πρέπει να έχουμε ήδη, εξ αρχής, καθορίσει την δική μας κοσμοθεωρία. Διαφορετικά το γράψιμό μας θα είναι αδύναμο και θα στερείται λογικής συνέπειας.

ΑΣΚΗΣΗ: Καθίστε σ’ ένα καφέ, ένα παγκάκι, κ.λπ., και παρακολουθείστε τους περαστικούς. Επιλέξτε κάποιον και περιγράψτε τον. Διαλέξτε το είδος του μυθιστορήματος που θα τον τοποθετούσατε (Μυστηρίου, φαντασίας, ρομαντικό, αστυνομικό, περιπέτεια κ.λπ.) και τον ρόλο που θα έπαιζε. Δώστε μία ζωντανή περιγραφή του σκηνικού.

Της Έλενας Τίγκα